Επειδή
λοιπόν τώρα ανεβαίνεις στην κορφή για θυσία,
για
ν’ ακούσει ο θεός την ευχή σου θα σου δώσω αυτό:
πάρε
στα χέρια σου τον κρυστάλλινο,[1]
τον διαυγή
το
λίθο, απόρροια της αθάνατης λάμψης που φέγγει σαν φωτιά.
Με
τη λάμψη του χαίρεται πολύ η άφθαρτη καρδιά των θεών.
Αν
λοιπόν πλησιάσεις σε ναό έχοντάς τον στα χέρια σου,
κανένας
από τους θεούς δεν θα αρνηθεί τις προσευχές σου.
Κι
άκουσε, για να μάθεις τη δύναμη του λαμπρού λίθου.
Αν
θέλεις ν’ ανάψεις φλόγες χωρίς τη δυνατή φωτιά,
σε
προτρέπω να τον τοποθετήσεις πάνω από ξύλα ξερά·
αμέσως
αυτός, καθώς θα είναι απέναντι απ’ τον ήλιο
που
καταυγάζει, θα ρίξει μικρή ακτίνα στα ξύλα·
κι
εκείνη σ’ επαφή με ξερή κι άφθονη ύλη
θα
δώσει καπνό, έπειτα λίγη φωτιά κι ύστερα φλόγα πολλή·[2]
οι
παλιοί αυτή τη χαρακτηρίζουν «ιερό πυρ».[3]
Νομίζω
ότι άλλες φλόγες περισσότερο από αυτές
δεν
καίνε τόσο ευχάριστα για τους θεούς μεριά.
Κι
ακόμη, φίλε μου, σου λέω αυτό το μεγάλο θαύμα:
αυτόν,
της φλόγας που ’ναι αίτιος, αν τον σύρεις γρήγορα
απ’
τη φωτιά, ψυχραίνεται, όταν τον αγγίξεις,
και,
αν δεθεί στα νεφρά, τον άρρωστο θα σώσει.[4]
[1] Η λέξη κρύσταλλος (<κρύο) δήλωνε αρχικά τον πάγο, αλλά μετά τον
Θεόφραστο (Περί λίθων 30) δηλώνει και
το διαυγές υλικό που και σήμερα ονομάζουμε «κρύσταλλο» (SiO2). O
κρύσταλλος έχει τη διαφάνεια του νερού. Βλ. Μιχαήλ Ψελλός στο Περί λίθων δυνάμεων (Opusc. Min. 34.61 Duffy), κρύσταλλος
ἔοικε μὲν ὕδατι…. Αλλού συγκρίνεται με την πάχνη
(Διον. Περ. 781-782). Ο κρύσταλλος θεωρούνταν ως νερό που πάγωσε με το χιόνι
και σκλήρυνε με το πέρασμα των αιώνων (βλ. λ.χ. Σενέκας, QN 3.25.12, Πλίνιος, ΗΝ
37.23 και 25). Κατά τον Ποσειδώνιο (= Διόδ. 2.52. Πβ. Στράβων 2.3.4) οι
κρύσταλλοι σχηματίζονται από καθαρό νερό που έπηξε όχι από το κρύο, αλλά από τη
ζέστη.
[2] Ήδη κατά την
εποχή του Αριστοφάνη (Νεφ. 766-772)
οι φαρμακοπῶλαι της Αθήνας πωλούσαν
έναν διαφανή λίθο (ὕελος) που
χρησίμευε για το άναμμα της φωτιάς με τη βοήθεια των ακτίνων του ήλιου. Κοντά στο κείμενό μας βρίσκεται η αραβική μετάφραση
του Ξενοκράτη (σελ. 59 Ullmann):
«ο κρύσταλλος είναι μια λευκή πέτρα, καθαρή, με αξιοσημείωτη διαφάνεια. Αυτό
έχει ως αποτέλεσμα οι ακτίνες του ήλιου, όταν τον αγγίζουν, να συγκεντρώνονται
πάνω του, να εκτρέπονται και, πέφτοντας πάνω σε ένα ευαίσθητο υλικό, όπως το
μαλακό βαμβάκι, ίσκα, λεπτό και μαύρο ύφασμα ή ροκανίδια, να του βάζουν αμέσως
μια ζωηρή φωτιά». Πβ. Πλίνιος, ΗΝ 16.13.1,
37.28.
[3] Εδώ έχουμε έναν
υπαινιγμό στην τεχνική, με την οποία οι Πέρσες Μάγοι ανανέωναν την άσβεστη ιερή
φωτιά πάνω στους βωμούς. Βλ. λ.χ. Παυσ. 5.27.6:
ἐσελθὼν
δὲ ἐς τὸ οἴκημα ἀνὴρ μάγος καὶ ξύλα ἐπιφορήσας αὖα ἐπὶ τὸν βωμὸν πρῶτα μὲν τιά
ραν ἐπέθετο ἐπὶ τῇ κεφαλῇ͵ δεύτερα δὲ ἐπίκλησιν ὅτου δὴ θεῶν ἐπᾴδει βάρβαρα καὶ
οὐδαμῶς συνετὰ Ἕλλησιν· ἐπᾴδει δὲ ἐπιλεγόμενος ἐκ βιβλίου· ἄνευ τε δὴ πυρὸς
ἀνάγκη πᾶσα ἁφθῆναι τὰ ξύλα καὶ περιφανῆ φλόγα ἐξ αὐτῶν ἐκλάμψαι.
[4] Οι αρρώστιες
των νεφρών θεωρούνταν ότι ήταν αποτέλεσμα της ζέστης, την οποία αναψύχει ο
κρύσταλλος. Βλ. Ψευδο-Ιπποκράτης, Περί
ενεργών λίθων 27, λίθος κρύσταλλος τοὺς
νεφραλγοῦντας περιδεθεὶς ἰᾶται.
Ο Ψελλός (Opusc. Min. 34.64 Duffy) θεωρεί
το τρίψιμο του κρυστάλλου χρήσιμο για τη θεραπεία του μυϊκού τρόμου: οὗτος τρόμους ἀπερύκει καὶ ἐκλύσεις νεύρων
ἀνατριβόμενος.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου