Γιος του Πολύμνηστου από τη Χαλκίδα της Εύβοιας, έζησε κατά τον 3ο
π.Χ. αιώνα (κατά τη Σούδα γεννήθηκε γύρω στο 275 π.Χ.). Υπήρξε μαθητής στην
Αθήνα των φιλοσόφων Πρύτανη, αρχηγού της Ακαδημίας μετά το 241 π.Χ., και του
Περιπατητικού Λακύδη,[1] καθώς
και του ποιητή Αρχέβουλου από τη Θήρα. Ευνοούμενος πρώτα της Νικίας, συζύγου
του Αλέξανδρου, κυβερνήτη τότε της Εύβοιας, μετανάστευσε αργότερα στην
Αντιόχεια του Ορόντη στη Συρία, στην αυλή του Αντιόχου Γ΄ του Μεγάλου (223-187
π.Χ.), όπου έγινε διευθυντής της εκεί βιβλιοθήκης. Υπήρξε κυρίως ποιητής επικών
ποιημάτων[2] και
επιγραμμάτων, καθώς και έργων σε πεζό λόγο,[3]
μεταξύ των οποίων και ένα λεξικό του Ιπποκράτη σε 6 βιβλία. O Ευφορίων χαρακτηριζόταν (και συνήθως κατακρινόταν) στην αρχαιότητα
για το εκκεντρικό υλικό των θεμάτων του, για το σκοτεινό του ύφος και τις
δύσκολες και σπάνιες λέξεις που χρησιμοποιούσε (γλῶσσαι). Φαίνεται ότι επιθυμούσε να εντυπωσιάζει με λεκτικά και
ευφωνικά ηχητικά παιχνίδια τους αναγνώστες του. Δεν έλειψαν, ωστόσο, και οι
θαυμαστές, όπως ο Ρωμαίος ερωτικός ποιητής Κορνήλιος Γάλλος, ο οποίος τον
απέδωσε στα Λατινικά, και ο αυτοκράτορας
Τιβέριος. Γενικά η επίδρασή του σε αρκετούς Ρωμαίους ποιητές νεωτεριστικών
τάσεων, οι οποίοι εμπνέονταν από τις Αλεξανδρινές καλλιτεχνικές αρχές, υπήρξε
μεγάλη και προκάλεσε την αντίδραση του Κικέρωνα, που τους αποκάλεσε (Τusc. 3, 45) cantores Euphorionis, δηλ. υμνητές του Ευφορίωνος.
(Σούδα, στο λήμμα
Ευφορίων : )
Ευφορίων, του Πολύμνηστου, Χαλκιδεύς, από την Εύβοια., μαθητής στα
φιλοσοφικά του Λακύδη και του Πρύτανη και στα ποιητικά του ποιητή Αρχέβουλου
από τη Θήρα, του οποίου λέγεται ότι υπήρξε και ερωμένος. Γεννήθηκε κατά την 126η
[4] Ολυμπιάδα,
τότε που και ο Πύρρος ηττήθηκε από τους Ρωμαίους. Η όψη του είχε το χρώμα του
μελιού, ήταν παχύς και στραβοπόδαρος. Επειδή τον πήρε υπό την προστασία της η
Νικία, γυναίκα του Αλέξανδρου, γιου του Κρατερού, ο οποίος βασίλευσε στην
Εύβοια, έγινε πολύ πλούσιος και μετέβη στον Αντίοχο τον Μέγα, που βασίλευε στη
Συρία, ο οποίος τον έκανε προϊστάμενο της εκεί δημόσιας βιβλιοθήκης. Πέθανε
εκεί και θάφτηκε στην Απάμεια, αλλά όπως λένε μερικοί στην Αντιόχεια. Επικά του
βιβλία είναι τα ακόλουθα: Ησίοδος,
Μοψοπία ή Άτακτα (ονομάζεται Άτακτα
γιατί περιλαμβάνει σύμμεικτες ιστορίες και Μοψοπία,
γιατί η Αττική λεγόταν παλιά Μοψοπία, από την κόρη του Ωκεανού Μοψοπία η υπόθεση του ποιήματος αφορά την Αττική). Χιλιάδες: το έργο έχει ως υπόθεση αυτούς
που του στέρησαν τα χρήματα, τα οποία τους είχε εμπιστευθεί, δηλαδή ότι θα
τιμωρηθούν έστω και αργά στο μέλλον. Κατόπιν συγκεντρώνει χρησμούς που
εκπληρώθηκαν στη διάρκεια χιλίων ετών. Τα βιβλία αυτού του έργου είναι πέντε
και η πέμπτη χιλιάδα επιγράφεται Περί
Χρησμών, δηλαδή ότι εκπληρώνονται σε χίλια χρόνια.
[1] Σύμφωνα με τον Φώτιο (Βιβλ. κωδ. 279 Bekker p. 532b) ο Ευφορίων
έγινε μάλιστα πολίτης της Αθήνας.
[2] Τίτλοι έργων: Αλέξανδρος, Άνιος, Απολλόδωρος, Χιλιάδες,
Γέρανος, Αραί (ή Ποτηριοκλέπτης),
Διόνυσος, Διόνυσος κεχηνώς, Ησίοδος,
Ιστία, Υάκινθος, Μοψοπία, Φιλοκτήτης κ.α.
[3] Ιστορικά υπομνήματα, Περί Αλευάδων, Περί Ισθμίων, Περί μελοποιών.
[4] Δηλ. ανάμεσα στα 276-272 π.Χ.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου