Μια επιστημονική θεωρία διαθέτει πάντα τα εξής βασικά
χαρακτηριστικά: α) πρέπει να μπορεί να επαληθευτεί ή να διαψευστεί, β) πρέπει
να ερμηνεύει σωστά τα διάφορα φαινόμενα και γ) πρέπει να κάνει προβλέψεις για
καινούργια φαινόμενα που στη συνέχεια επαληθεύονται με πειράματα. Επειδή τα
πειράματα είναι δύσκολα στις λεγόμενες θεωρητικές επιστήμες, μπορούμε να τα
αντικαταστήσουμε με τη λέξη ανακαλύψεις ή καινούργια δεδομένα. Εδώ θα
επικεντρωθώ στο τρίτο χαρακτηριστικό και θα δώσω δυο παραδείγματα της ικανότητας
της ινδοευρωπαϊκής θεωρίας να κάνει προβλέψεις που στη συνέχεια επαληθεύτηκαν. Θα είμαι πολύ συνοπτικός.
Α. Η
Ελληνική παρουσιάζει σε ορισμένες λέξεις ένα αρχικό φωνήεν που λείπει στις
υπόλοιπες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες: π.χ. ἀστήρ (γεν. ἀστέρος), λατ. stella < sterla< sterula, αγγλ. star, γερμ. Stern, ινδική strbhih κ.ο.κ. / ἐρυθρός (προφ. eruthros), λατ. ruber, αγγλ. red, γερμ. Rot, ινδικά rudhira κ.ο.κ. / ὄνομα, λατ. nomen, αγγλ. name, γερμ. Name, ινδικά nama. Αρχικά οι γλωσσολόγοι υπέθεταν την προσθήκη ad hoc προθετικών φωνηέντων σ’ αυτές τις περιπτώσεις στην Ελληνική,
μια καθόλου ικανοποιητική ερμηνεία, αφού δεν εξηγεί ουσιαστικά τίποτα. Ο Σωσύρ,
ο μεγαλύτερος γλωσσολόγος της σύγχρονης εποχής, και στη συνέχεια πολλοί
σπουδαίοι ινδοευρωπαϊστές διαμόρφωσαν μια πρόβλεψη, τη λεγόμενη λαρυγγική
υπόθεση, από τη δεκαετία του 1870. Η θεωρία προέβλεπε την ύπαρξη μιας
κατηγορίας φθόγγων στην μητέρα-γλώσσα (σημειώνονται στη γλωσσολογία ως h1, h2, h3), οι οποίοι στην ποιότητά τους πλησίαζαν το h. Οι φθόγγοι αυτοί χάθηκαν κατά τη δημιουργία των
επιμέρους γλωσσών, αλλά το υπόλειμμα της αρχικής τους ύπαρξης διατηρήθηκε σε
αρχική θέση στην Ελληνική ως «προθετικό φωνήεν».[i] Στην
πράξη η θεωρία αποδείχτηκε ότι είχε πολύ μεγαλύτερη ερμηνευτική δύναμη από ό,τι
αρχικά διαφάνηκε. Οι λαρυγγικοί φθόγγοι είχαν την ιδιότητα να «χρωματίζουν» ένα
γειτονικό φωνήεν, αλλάζοντάς του την ποιότητα σε /ε/, /α/ ή /ο/ αντίστοιχα. Μ’
αυτό τον τρόπο εξηγούνταν σε μεγάλο βαθμό ένα άλλο «μυστηριώδες» φαινόμενο των
ινδοευρωπαϊκών γλωσσών: οι μεταπτωτικές βαθμίδες των φωνηέντων, δηλαδή το
γεγονός ότι πολλές ρίζες μπορεί να εμφανίζονται με διάφορες φωνηεντικές
παραλλαγές (π.χ. τέμνω, τόμος, ἔ-ταμον κ.τ.λ.). Επρόκειτο για μια πρόβλεψη, η
οποία επαληθεύτηκε περίτρανα με την αποκρυπτογράφηση της Χεττιτικής, μιας άλλης
ινδοευρωπαϊκής γλώσσας, τον επόμενο αιώνα. Ένα τουλάχιστον από τα λαρυγγικά
διατηρήθηκε εκεί και μάλιστα στις προβλεπόμενες θέσεις: λ.χ. hasterza είναι ο χεττιτικός τύπος για το άστρο.
Β. Οι
γλωσσολόγοι ήδη από τον 19ο αιώνα παρατηρώντας ότι μερικές φορές οδοντικοί,
χειλικοί και ουρανικοί φθόγγοι στην Ελληνική αντιστοιχούν σε χειλοϋπερωικούς σε
άλλες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες (π.χ. ελληνικό τε, λατινικό que, ελληνικό πέντε, λατινικό quinque, ελληνικό τίς, λατινικό quis, ελληνικό βοῦς (bous), ινδικό gauh κ.τ.λ.), υπέθεσαν ότι σε μια προϊστορική
φάση η Ελληνική διέθετε αυτούς τους φθόγγους (qw, gw), τους οποίους πια είχε μεταβάλει σε οδοντικά, ουρανικά ή χειλικά (ανάλογα με το φωνητικό περιβάλλον και τη διάλεκτο) ως την εποχή του
Ομήρου. Τον 19ο αιώνα, όμως, δεν υπήρχε αποδεικτικό υλικό, κείμενα πριν από τον
Όμηρο. Και ιδού, η αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β τη δεκαετία του 1950 μας
έδειξε πώς ήταν η γλώσσα μας 400-600 χρόνια πριν από τον Όμηρο. Και τα
χειλουπερωϊκά ήταν εκεί: το τε ήταν ακόμη qwe, ο βασιλεύς gwasileus, o βοῦς gwous (gwoqwolos = κλασικό βουκόλος!) κ.ο.κ.
Πρόκειται για δυο
χαρακτηριστικά παραδείγματα που καθιστούν την ΙΕ θεωρία πραγματική επιστημονική
θεωρία και όχι τυχάρπαστο τσαρλατανισμό με δόση επιστημονικής φαντασίας.
[i] Αυτή η παρατήρηση δεν υπονοεί
οποιαδήποτε προτεραιότητα της Ελληνικής ως προς τις άλλες αδερφές της γλώσσες.
Άλλες γλώσσες της οικογένειας διατήρησαν και άλλα αρχαϊκά στοιχεία. Συχνά εδώ
προκύπτει μια παρεξήγηση, την οποία μερικοί δεν εννούν να ξεκαθαρίσουν από τη
σκέψη τους: η γέννηση γλωσσών από μια μητέρα γλώσσα είναι ένα ιστορικό,
παρατηρημένο και επιβεβαιωμένο φαινόμενο και στα ιστορικά χρόνια. Από τη
Λατινική γεννήθηκαν η Γαλλική, η Ιταλική, η Ισπανική, η Καταλανική, η
Ρουμάνικη, η Πορτογαλική κ.τ.λ. Καμιά από αυτές τις γλώσσες δεν έχει
προτεραιότητα έναντι της άλλης. Είναι όλες ισότιμες αδερφές που εξελίχτηκαν
αργά από την ίδια μητέρα. Το ίδιο ισχύει και για τις ΙΕ γλώσσες. Μερικοί «φοβούνται»
ότι αν η Ελληνική είναι ΙΕ γλώσσα, τότε κάποια άλλη από τις γλώσσες αυτές της
κλέβει τα πρωτεία. Η συζήτηση για πρωτεία εδώ δεν έχει απλώς κανένα απολύτως
νόημα.