Πίνδαρος, ο χαμένος 6ος δελφικός παιάνας προς τιμήν του Απόλλωνα

           

O Πίνδαρος συνέθεσε αυτόν τον παιάνα για έναν δελφικό χορό νεαρών ανδρών με την ευκαιρία της ετήσιας γιορτής των Θεοξενίων. Ο τίτλος του ποιήματος, όπως δίνεται στο περιθώριο του παπύρου που διέσωσε το έργο, γράφει Δελφοῖς εἰς Πυθώ («για τους κατοίκους των Δελφών στην Πυθώ»), δηλαδή ο Πίνδαρος έγραψε αυτόν τον ύμνο για να εκτελεστεί στην Πυθώ (=τους Δελφούς), από τους κατοίκους των Δελφών. Στους στίχους 7-11 ο ποιητής λέει πως άκουσε ότι το μαντείο έχει ανάγκη από έναν χορό ανδρών και ότι ο ίδιος σκοπεύει να αξιοποιήσει αυτήν την έλλειψη προς δόξα του ίδιου και των Δελφών. Στους στίχους 58-61 εξειδικεύει την περίσταση: παρακολουθεί μια σημαντική γιορτή του Απόλλωνα, τα Θεοξένια. Δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα σε ποιο έτος συντέθηκε ο παιάνας και οι χρονολογίες που έχουν προταθεί κυμαίνονται από το 490 ως το 461 π.Χ.
Το κείμενο του παπύρου παρουσιάζει σημαντικές δυσκολίες: η τρίτη τριάδα στροφών μοιάζει να έχει ελάχιστα κοινά στοιχεία πέραν του μέτρου με τις δύο προηγούμενες. Ανοίγει απότομα με έναν έπαινο του νησιού Αίγινα, περνά κατόπιν στην ένωση του Δία και της νύμφης Αίγινας και στη γέννηση του Αιακού. Αν και μεγάλο μέρος στίχων αυτής της τριάδας έχει χαθεί, είναι φανερό ότι περιλάμβανε τον έπαινο των απογόνων του Αιακού. Έτσι αυτό το τμήμα του ποιήματος φαίνεται να μη σχετίζεται καθόλου με το προηγούμενο δελφικό του τμήμα. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει η τάση να αντιμετωπίζεται το κομμάτι που αφορά στην Αίγινα ως ανεξάρτητο ποίημα και κάποιες γραφές στο περιθώριο του παπύρου φαίνεται να ενισχύουν αυτήν την άποψη.[1]
Ο παιάνας ανοίγει με μια πρωτοπρόσωπη αποστροφή προς την Πυθώ, τον ιερό τόπο του δελφικού μαντείου, ζητώντας από τη θεότητα να δεχτεί τον προφήτη των Πιερίδων  Μουσών στην παρέα των Χαρίτων και της Αφροδίτης (1-6). Ο ποιητής άκουσε πως η Κασταλία πηγή (=Δελφοί) έχει έλλειψη ενός χορού ανδρών. Για να αποφύγουν την ντροπή οι κάτοικοι των Δελφών, αλλά και ο ίδιος, ο ποιητής αποφάσισε να έρθει με ένα τραγούδι, υπακούοντας στο καθήκον, όπως ένα παιδί στη μητέρα του (7-18). Οι επόμενοι 30 στίχοι είναι κατεστραμμένοι και όταν το κείμενο ξαναγίνεται αναγνώσιμο, βλέπουμε να τίθεται ένα ερώτημα για το πότε ξεκίνησε κάτι που αφορά τους αθάνατους (50). Δυστυχώς το κείμενο δεν μας προσφέρει τη δυνατότητα να δούμε για ποιο πράγμα γίνεται λόγος, αλλά η πιθανότερη συμπλήρωση υποδεικνύει ότι ο ποιητής αναρωτιέται για το πότε ξεκίνησε να εορτάζεται η συγκεκριμένη τελετή, για την οποία γράφτηκε το ποίημα. Ο Πίνδαρος μας λέει κατόπιν ότι τέτοιες πληροφορίες δεν είναι προσιτές στον άνθρωπο, παρά μόνο μέσα από τη θεϊκή γνώση των Μουσών, τις οποίες κατόπιν επικαλείται να τον βοηθήσουν στην αφήγησή του σχετικά με την καθιέρωση των Θεοξενίων. (51-61).

Προτού ξεκινήσει τη μυθική διήγηση, ο Πίνδαρος αναφέρει ότι τα Θεοξένια γιορτάζονται για λογαριασμό όλης της Ελλάδος και ότι ξεκίνησαν από τους κατοίκους των Δελφών ως απάντηση σε κάποιο λιμό (64). Στη συνέχεια ακολουθούν άλλοι 15 κατεστραμμένοι στίχοι και όταν το κείμενο ξαναγίνεται αναγνώσιμο, βρισκόμαστε μέσα στη μυθική διήγηση, στο σημείο όπου ο Απόλλων με τη μορφή του Πάρη σκοτώνει τον Αχιλλέα. Ο μύθος κατόπιν αφηγείται πώς αυτή η πράξη του θεού καθυστέρησε την πτώση της Τροίας, αλλά δεν την απέτρεψε. Γίνεται αναφορά στην άφιξη του Νεοπτόλεμου, γιου του Αχιλλέα στην Τροία, ο οποίος επιτυγχάνει την άλωση της πόλης, αλλά προσβάλλει τον Απόλλωνα, σκοτώνοντας τον Πρίαμο, παρόλο που ο βασιλιάς της Τροίας είχε ζητήσει καταφύγιο σε βωμό. Ο θεός ορκίστηκε ότι ο Νεοπτόλεμος δε θα γυρίσει στην πατρίδα του χαρούμενος. Πράγματι μετά από μεγάλη περιπλάνηση ο Νεοπτόλεμος βρίσκει το θάνατο στους Δελφούς, όταν ήρθε σε σύγκρουση εκεί με κάποιους θεράποντες του θεού για μια θυσία.
Πώς, όμως, συνδέεται ο μύθος του θανάτου του Νεοπτόλεμου με τη δηλωμένη πρόθεση του ποιητή να ιχνηλατήσει με τη βοήθεια των Μουσών την καταγωγή των Θεοξενίων; Ο Νεοπτόλεμος έπαιζε σημαντικό ρόλο στο μαντείο των Δελφών. Από ένα άλλο ποίημα του Πινδάρου (Νεμ. 7, 44-7) μαθαίνουμε ότι ο Νεοπτόλεμος εκπλήρωσε με το θάνατό του το γραμμένο από τη μοίρα, δηλαδή ότι κάποιος απόγονος του Αιακού θα παρέμενε για πάντα στο πιο αρχαίο μαντείο, δίπλα στο ναό του Απόλλωνα, και θα κατοικούσε εκεί ως επόπτης διαφόρων τελετών και θυσιών.[2] Οι τελετές που υπονοούνται εδώ μπορεί να ήταν τα Θεοξένια, καθώς ένα σχόλιο σ’ αυτό το χωρίο περιγράφει ένα γεύμα που παραθέτει ο Απόλλων σε ήρωες. Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο Νεοπτόλεμος, ένας Αιακίδης, θαμμένος στο ιερό του Απόλλωνος, λειτουργεί ως ηρωικός επόπτης των θυσιών και των τελετών στα Θεοξένια. Έτσι η σχέση του μύθου που αναπτύσσει στον παιάνα ο Πίνδαρος με την καθιέρωση των Θεοξενιών είναι σαφής: περιγράφει τον τρόπο, με τον οποίο ο θάνατος του Νεοπτόλεμου τον καθιστά υπεύθυνο για την έναρξη της τέλεσης των Θεοξενίων. Ο ρόλος, επομένως, του Νεοπτόλεμου ως δίκαιου επόπτη στις θυσίες των Θεοξενίων στέκει σε μια αντιθετική σχέση με το μυθικό του ρόλο ως αρχετυπικού καταστροφέα της τάξης στη διάρκεια μιας θυσίας.
Σύμφωνα με τον Πίνδαρο ένας λιμός ανάγκασε τους κατοίκους των Δελφών να εγκαινιάσουν τα Θεοξένια, τα οποία μετατράπηκαν σε πανελλήνια γιορτή. Φαίνεται ότι το βίαιο θάνατο του Νεοπτολέμου στους Δελφούς ακολουθούσε στο μύθο ως θεϊκή τιμωρία μια δύσκολη κατάσταση για τη χώρα των Δελφών, ένας λιμός. Οι Δελφοί βρήκαν προφανώς ως σωτηρία από το λιμό την τέλεση θυσιών προς τιμήν του Νεοπτόλεμου, καθιερώνοντας έτσι τα Θεοξένια.
Ένα σχόλιο στο στίχο Νεμ. 7, 94 του Πινδάρου μας πληροφορεί ότι αυτό το επινίκιο άσμα αποτελεί προσπάθεια του ποιητή να διορθώσει τη σχετικά άσχημη εικόνα του Νεοπτολέμου, όπως την παρουσίασε στον 6ο παιάνα του, και να ικανοποιήσει μ’ αυτόν τον τρόπο τους Αιγηνίτες. Η οργή που ένιωσαν οι Αιγινήτες έναντι του Πινδάρου δικαιολογείται καλύτερα, αν πράγματι ο παιάνας τέλειωνε στο στίχο 122. Έτσι η τρίτη τριάδα στροφών θα αποτελούσε μεταγενέστερη προσθήκη στο ποίημα, για να ικανοποιήσει τους Αιγινήτες: ένα προσόδιο στον Αιακό στο ίδιο μέτρο (=αιολικά μέτρα με λυρικούς ιάμβους) με τον παιάνα θα εξυπηρετούσε αυτό το στόχο.

Παιάνας για τους κατοίκους των Δελφών στην Πυθώ:[3]

Στο όνομα του Ολύμπιου Δία[4] εσένα, τη χρυσή,[5]                              [στροφή α΄
ξακουστή για το μαντείο της Πυθώ,[6]
ικετεύω στη χορεία των Χαρίτων
και της Αφροδίτης
να με δεχτείς,[7] σε τούτη την άγια περίσταση,[8]                                               5
εμένα, τον προφήτη των αοίδιμων Πιερίδων.
Γιατί πλάι στα νερά που κυλούν από στόμια χαλκά[9]
άκουσα πως η φωνή της Κασταλίας 
είναι ορφανή[10] από χορούς ανδρών και ήρθα
να προλάβω την ντροπή των κατοίκων σου                                                      10
και της δικής μου τιμής.[11]
Στην καρδιά μου, σαν παιδί στην καλή του μητέρα,
υπάκουσα, και κατέβηκα στο γεμάτο
γιορτές και στεφάνια άλσος
του Απόλλωνα, όπου το γιο της Λητώς                                                            15
συχνά των Δελφών τα κορίτσια
υμνούν στο πλάι του σκιερού ομφαλού της γης[12]
και το χώμα κροτεί στο γοργό τους το βήμα. 

(οι στίχοι 19-49 λείπουν)
                                                                                                            [επ. α’
...από πού ξεκινά αυτή η γιορτή[13] προς τιμήν των αθάνατων                        50
οι θεοί τη δύναμη έχουν
στους σοφούς να διδάξουν.
Στους θνητούς όμως είναι αδύνατο να το βρουν.
Αλλά Μούσες,[14] νέες κοπέλες εσείς, που τα πάντα
γνωρίζετε -μαζί με τον  μαυροσύννεφο                                                           55
πατέρα σας και τη Μνημοσύνη
τούτο το προνόμιο έχετε-
ακούστε με τώρα. Αγαπά
η γλώσσα μου γλυκό σαν μέλι ανθό τραγουδιού να κελαηδήσει,
τώρα που ήρθα στη μεγάλη γιορτή του Λοξία,[15]                                           60
στα Θεοξένια.

Θυσία γίνεται για χάρη της λαμπρής                                                  [στροφή β΄
Πανελλάδος, που των Δελφών
ο λαός καθιέρωσε
απ’ το λιμό[16] (σωτηρία)...                                                                             65
(οι στίχοι 66-77 δε διαβάζονται)
  (τον Αχιλλέα) που τον πέτυχε
ο θεός ο μακροτοξευτής
του Πάρη παίρνοντας τη μορφή τη θνητή.                                                          80
Κι ο θεός ανέβαλε ευθύς του Ιλίου
την άλωση για αργότερα,

το παιδί το βίαιο της θαλάσσιας                                                         [αντιστρ. β΄
Θέτιδας με τα μαύρα μαλλιά,
αξιόπιστο κάστρο των Αχαιών,                                                                      85
δένοντας με δεσμά ορμητικού θανάτου.
Πόσο αντιστάθηκε στην Ήρα
με τα λευκά τα χέρια ο Απόλλων, πόσο στην Αθηνά,
 με την άκαμπτη δύναμή του.[17] Προτού κοπιάσει
πολύ, την Τροία ο Αχιλλέας                                                                           90
θα είχε αλώσει, αν δε τη φύλαγε ο Απόλλων.
Στα χρυσά νέφη,
στην κορφή του Ολύμπου καθόταν
ο Δίας, των θεών ο σκοπός, και τη μοίρα δεν τολμούσε ν’ αλλάξει.
Γιατί για χάρη της υψίκομης Ελένης                                                              95
έπρεπε την Πέργαμο[18] την πλατιά
ν’ αφανίσει η λάμψη που καίει
της φωτιάς. Κι όταν τον γεμάτο αλκή
νεκρό γιο του Πηλέα σε τάφο πολυστέναχτο έβαλαν,
το κύμα της θάλασσας σχίζοντας                                                                   100
απεσταλμένοι φέρανε πίσω
απ’ τη Σκύρο το Νεοπτόλεμο,
πολεμιστή δυνατό.

Αυτός κυρίεψε της Τροίας την πόλη.                                                 [επ. β΄
Αλλά ξανά δεν είδε την καλή του μητέρα,                                                     105
ούτε στους πατρικούς του αγρούς
των Μυρμιδόνων τα άλογα,
σαν τότε που ξεσήκωνε στρατό με κράνη χαλκά.
Κοντά στον Τόμαρο, στων Μολοσσών τη γη[19]
έφτασε, τους ανέμους δεν ξέφυγε,                                                                 110
ούτε τον Απόλλωνα με την ωραία φαρέτρα που τοξεύει μακριά.
Γιατί είχε ορκιστεί ο θεός,
αυτόν που σκότωσε τον γέροντα Πρίαμο
αρπαγμένο απ’ το βωμό του Έρκειου Δία,
να μην τον αφήσει να φτάσει χαρούμενος στο σπίτι του,                              115
ούτε στα γηρατειά
της ζωής του. Αλλά με του θεού τους θεράποντες
για τις μύριες τιμές[20]
καθώς φιλονικούσε, τον σκότωσε
στο ιερό του, πλάι στον ομφαλό της γης τον ευρύ.                                        120
Ιή,[21] τώρα πείτε ιή, των παιάνων
σημάδι, νέοι πείτε ιή.




[1] Οι γραφές αυτές είναι: Αἰγ[ινήτα]ις [εἰ]ς Αἰα[κὸ]ν [          ] προσόδιον και ἐν τῶι [α΄ τ]ῶν πρ[οσοδίω]ν φέρεται. Η πρώτη γραφή φαίνεται να δηλώνει ότι έχουμε να κάνουμε με ένα ποίημα που γράφτηκε για τους Αιγινήτες προς τιμήν του Αιακού και με τη μορφή προσοδίου, ενώ η δεύτερη υποδεικνύει ότι περιλαμβανόταν αρχικά στο 1ο βιβλίο των Προσοδίων του Πινδάρου. Παρόλα αυτά ούτε η αποκατάσταση αυτών των γραφών είναι βέβαιη, ούτε και είναι εύκολο να κατανοήσουμε πώς ένα ποίημα που ανήκε σε άλλη συλλογή προσκολλήθηκε στο τέλος ενός ποιήματος από το βιβλίο των Παιάνων. Βέβαια ένα προσόδιο μπορούσε να ακολουθεί έναν παιάνα, αλλά σε διαφορετικό μέτρο από τον κυρίως παιάνα και όχι στο ίδιο, όπως συμβαίνει εδώ με την τρίτη τριάδα στροφών. Όπως και να ’χει, προτίμησα να παραλείψω την τρίτη τριάδα στροφών από την παρουσίαση του παρόντος παιάνα ως μεταγενέστερο συμπλήρωμα. Για μια λύση στο θέμα της τρίτης τριάδας στροφών βλ. το τέλος του παρόντος εισαγωγικού σημειώματος.
[2] Πίνδ., Νεμ. 7, 44-7:  
            Όμως τη μοίρα του εκπλήρωσε. Γιατί έπρεπε
            κάποιος από τη βασιλική γενιά του Αιακού
            μέσα στο αρχαιότατο άλσος να μείνει για πάντα,
            πλάι στο καλότειχο σπίτι του θεού και να κατοικεί εποπτεύοντας την τάξη
            στις πομπές προς τιμήν των ηρώων τις γεμάτες θυσίες
[3] Η έκφραση εἰς Πυθώ δε σημαίνει «προς τιμήν της Πυθώς», αλλά έχει τοπική σημασία «στην Πυθώ», δηλαδή «στους Δελφούς». Αληθεύει ότι ο ύμνος ανοίγει με μια αποστροφή στην Πυθώ, αλλά ο τόπος δεν είναι ο δέκτης του παιάνα στο σύνολό του. Αληθεύει επίσης ότι η πρόθεση εἰς στον τίτλο ύμνων υποδεικνύει το πρόσωπο προς τιμήν του οποίου έχει συντεθεί ο ύμνος. Στην περίπτωση, όμως, χορικών ποιημάτων που εκτελούνται από χορούς, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το κράτος τους σε κάποιο πανελλήνιο λατρευτικό κέντρο (=θεωρία), η πρόθεση σημαίνει απλώς ότι ο ποιητής στέλνει το τραγούδι του σ’ αυτό το λατρευτικό κέντρο. Ο παρών παιάνας είναι αφιερωμένος στον Απόλλωνα, όπως φαίνεται από τη διπλή επιφάνεια του θεού (μία για να σκοτώσει τον Αχιλλέα και μία το Νεοπτόλεμο), καθώς και στην παιανική κραυγή στους στίχους 121-2.
[4] Η αναφορά στο Δία γίνεται για δύο λόγους: πρώτον, γιατί όπως παρατηρεί ο ίδιος ο Πίνδαρος αλλού (Νεμ. 2. 1-3), οι Ομηρίδες (συντεχνία ποιητών που ανήγαγαν την καταγωγή τους στον Όμηρο) καθιέρωσαν τη σύμβαση να ξεκινούν την ποιητική τους παράσταση με μια επίκληση στο Δία. Δεύτερον, επειδή το δελφικό μαντείο έλαβε το προνόμιο από τον ίδιο το Δία να αποτελεί το φερέφωνό του στη γη.
[5] Πιθανώς με το επίθετο υπονοούνται οι θησαυροί που είχαν συγκεντρωθεί στο μαντείο των Δελφών. Πβ. Πυθ. 2, 54 και 6, 7-8.
[6] Η Πυθώ αποτελεί εδώ το genius loci, το πνεύμα του τόπου των Δελφών.
[7] Ο ποιητής ικετεύει για την αισθητική επιτυχία των ποιημάτων του. Ειδικά η αποδοχή του στη χορεία των ποιητών που τους ευλογούν οι Χάριτες είναι πολύ σημαντική, αφού οι τελευταίες προσφέρουν τη χάρη τους στην ποίηση. Πβ. την αρχή του Ολ. 14 (στ. 4-7).
[8] Η περίσταση εξειδικεύεται στο στίχο 61: πρόκειται για τα Θεοξένια, γιορτή που τελούνταν την περίοδο Μαρτίου-Απριλίου κατά το μήνα Θεοξένιο, σύμφωνα με το ημερολόγιο των Δελφών. Θεοξένια γιορτάζονταν σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, με την πεποίθηση ότι τότε οι θεοί επισκέπτονταν τις πόλεις. Έστηναν ένα τραπέζι, πάνω στο οποίο τοποθετούσαν φαγητά, και ένας θρόνος ή κρεβάτι τοποθετούνταν στο πλάι, για να καθίσουν οι καλεσμένοι θεοί.
[9] Μάλλον πρόκειται για κεφαλόβρυσα με τη μορφή λεοντοκεφαλών. Οι αρχαίοι πίστευαν ότι η Κασταλία τροφοδοτούνταν από τον Κηφισό μέσω του Παρνασσού. 
[10] Η εικόνα της Κασταλίας που είναι «ορφανή» από χορούς ενισχύεται από τη μεταφορά του παιδιού-Πινδάρου που υπακούει στο κάλεσμα της μητέρας του αμέσως παρακάτω (12-3).
[11] Δεν είναι ξεκάθαρο για ποιο λόγο η απουσία χορού στους Δελφούς θα αποτελέσει κίνδυνο για την τιμή του Πινδάρου. Μια πιθανή ερμηνεία είναι ότι ο Πίνδαρος υπαινίσσεται τα προνόμια που απολάμβανε στους Δελφούς (προμαντεία, προεδρία). Μάλιστα ο Πλούταρχος (Περί των υπό του θείου βραδέως τιμωρουμένων 557ΕF) αναφέρει ότι ο ποιητής και οι απόγονοί του απολάμβαναν το προνόμιο να τους δίνεται διαλεχτό κομμάτι κρέατος κατά τη θυσία στη γιορτή των Θεοξενίων. Επομένως ο κίνδυνος για τον Πίνδαρο είναι να μην φανεί αντάξιος των προνομίων και τιμών που του έχουν χορηγήσει οι Δελφοί.
[12] Δεν πρέπει να εννοήσουμε τη λέξη ομφαλός κυριολεκτικά, δηλαδή ότι δηλώνει τη στρογγυλή πέτρα που είναι γνωστή ως ομφαλός των Δελφών, αλλά με μια ευρύτερη έννοια ως «ναός» ή «ιερό». Έτσι ερμηνεύεται καλύτερα και το επίθετο σκιερός που συνοδεύει τη λέξη και που φαίνεται να υπονοεί τη σκιά που ρίχνουν οι δάφνες στο ιερό του θεού. 
[13] Ενν. τα Θεοξένια. Ο μύθος που αναπτύσσεται παρακάτω χρησιμεύει ως αίτιο γι’ αυτή τη γιορτή. Βλ. και τα εισαγωγικά στο ποίημα.
[14] Η επίκληση στις Μούσες για έμπνευση αποτελεί τυπικό χαρακτηριστικό στην αρχαία ελληνική ποίηση. Ο Πίνδαρος προσπαθεί μέσω αυτής της επίκλησης να δώσει κύρος στην αφήγηση που πρόκειται να ακολουθήσει. Ο άνθρωπος από μόνος του δεν έχει σίγουρη γνώση του μακρινού παρελθόντος. Μόνο οι Μούσες, θυγατέρες της Μνημοσύνης, δηλαδή της Μνήμης, μπορούν να την προσφέρουν σε λίγους προικισμένους ανθρώπους, τους ποιητές.
[15] Λοξίας είναι ο Απόλλωνας εξαιτίας των λοξών, δηλαδή δυσερμήνευτων χρησμών του.
[16] Ο λιμός αυτός πρέπει να ήταν αποτέλεσμα θεϊκής τιμωρίας για το βίαιο θάνατο του Νεοπτόλεμου στους Δελφούς. Εδώ τα Θεοξένια περιγράφονται ως μια πανελλήνια γιορτή, η οποία ανάγεται σε μια αρχική δελφική θυσία, με σκοπό την ανακούφιση από κάποιο λιμό. Η γιορτή ήταν ετήσια και στόχευε στην εξασφάλιση επαρκούς ετήσιας σοδειάς, δηλαδή το αντίθετο του λιμού.
[17] Η συμπάθεια του Απόλλωνα για την Τροία οφείλεται στο ότι είχε χτίσει ο ίδιος τα τείχη της μαζί με τον Ποσειδώνα, ενώ η αντιπάθεια της Ήρας και της Αθηνάς στο ότι ο Πάρης προτίμησε την Αφροδίτη στην περίφημη κρίση του.
[18] Πέργαμος λεγόταν η ακρόπολη της Τροίας. Η λέξη φαίνεται συγγενική με την λέξη πύργος.
[19] Ενν. η Ήπειρος. Ο Τόμαρος είναι βουνό της περιοχής αυτής. Ο Πίνδαρος αναφέρει αλλού (Νεμ. 7, 38-9) ότι ο Νεοπτόλεμος υπήρξε για λίγο καιρό βασιλιάς εκεί και ότι άφησε πίσω του απογόνους που συνέχισαν τη δυναστική του γραμμή.
[20] Ενν. κατά πάσα πιθανότητα οι αναρίθμητες προσφορές των πιστών στους Δελφούς. Ο Νεοπτόλεμος φαίνεται ότι τσακώθηκε με κάποιους κατοίκους των Δελφών για τη μοιρασιά αυτών των προσφορών Ο Νεοπτόλεμος είχε πάει στους Δελφούς ζητώντας από τον Απόλλωνα να τον αποζημιώσει για το θάνατο του πατέρα του Αχιλλέα
[21] Τελετουργική κραυγή που συνόδευε τους παιάνες.

Σχόλια