Η καταγωγή των Ετρούσκων


    Οι Ετρούσκοι υπήρξαν λαός της Ιταλίας, φορείς ενός εξαιρετικού πολιτισμού, ο οποίος επηρέασε σε μεγάλο βαθμό την Ρώμη στην αρχαϊκή της φάση. Στην αρχή ήταν πολιτικοί επικυρίαρχοι της Ρώμης, αργότερα υπέκυψαν στη ρωμαϊκή δύναμη και αφομοιώθηκαν πολιτιστικά, γλωσσικά και εθνολογικά από αυτήν. Μεγάλες ετρουσκικές αριστοκρατικές οικογένειες ενσωματώθηκαν στη ρωμαϊκή άρχουσα τάξη, ανάμεσά τους λ.χ. και η οικογένεια του Κικέρωνα, του σπουδαίου ρήτορα και πολιτικού της Res publica.
         Με τη σειρά τους οι Ετρούσκοι δέχτηκαν σε πρώιμη εποχή έντονη την επίδραση του ελληνικού πολιτισμού, μέσω των ελληνικών αποικιών της Κάτω Ιταλίας και της Σικελίας: υιοθέτησαν το ελληνικό αλφάβητο, το ελληνικό πάνθεον και την ελληνική τέχνη, προσαρμόζοντάς τα στις ανάγκες τους. Πολλές φορές μάλιστα στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού μεταδόθηκαν στους Ρωμαίους όχι άμεσα, αλλά μέσω των Ετρούσκων.
                   Ένα χρόνιο πρόβλημα που απασχόλησε και απασχολεί τους ιστορικούς ήταν η καταγωγή του λαού αυτού. Στην αρχαιότητα, όπως και στις μέρες μας, υπήρχαν δύο διαφορετικές και αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις: άλλοι υποστήριζαν ότι οι Ετρούσκοι ήταν αυτόχθονες και άλλοι ότι ήρθαν στην Ιταλία από τη Μικρά Ασία. Στις μέρες μας η διαμάχη εξακολουθεί να υφίσταται, αν και η πλειοψηφία των μελετητών δέχεται ότι οι Ετρούσκοι έφτασαν στην ιταλική χερσόνησο από την Ανατολή. Την άποψη της αυτοχθονίας υποστηρίζουν σήμερα κυρίως Ιταλοί ειδικοί.
        Η γλώσσα των Ετρούσκων παραμένει σε ένα βαθμό ακόμη μη πλήρως κατανοητή. Πάντως δεν φαίνεται να έχει γλωσσική συγγένεια με τις άλλες αρχαίες γλώσσες της Ιταλίας, γεγονός που μπορεί να ερμηνευτεί με δύο τρόπους: είτε αποτελεί το γλωσσικό υπόλοιπο ενός αυτόχθονος πληθυσμού, ό,τι απέμεινε μετά την εισβολή των ιταλικών φύλων (ανάμεσά τους και οι Λατίνοι). Είτε ήρθε στην Ιταλία από κάπου αλλού, συγκεκριμένα από τη Μικρά Ασία και την περιοχή του Αιγαίου. Η δεύτερη εκδοχή ενισχύεται ιδιαίτερα από την ανακάλυψη στη Λήμνο μιας στήλης με επιγραφή (γύρω στα 600 π.Χ.), η οποία είναι γραμμένη σε μια γλώσσα που παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με την Ετρουσκική. Η πλέον εύλογη εξήγηση για την παρουσία ενός πληθυσμού στη Λήμνο κατά την αρχαϊκή εποχή, ο οποίος μιλούσε μια παραλλαγή της Ετρουσκικής, είναι ότι το νησί αποτέλεσε έναν ενδιάμεσο σταθμό κατά την πορεία των Ετρούσκων από τη Μικρά Ασία προς την Ιταλία: ένα μέρος των μετακινούμενων προφανώς εγκαταστάθηκαν μόνιμα στη Λήμνο.
           Ας πάμε τώρα στο όνομα των Ετρούσκων. Στα λατινικά κείμενα παρουσιάζεται με δύο παραλλαγές: Tusci < Tursci και Etrusci (η χώρα τους Etruria < Etrusia). Ουσιαστικά πρόκειται για την ίδια ρίζα σε δυο παραλλαγές Turs- και Trus-. Το αντίστοιχο όνομα που τους έδιναν οι Έλληνες ήταν Τυρσ-ηνοί (στην αττική διάλεκτο Τυρρηνοί). Ο Ηρόδοτος (λ.χ. 1.94) και οι περισσότερες ελληνικές πηγές θεωρούσαν ότι οι Τυρσηνοί (τους οποίους συχνά συνέχεαν με τους Πελασγούς) κατάγονταν από τη βορειοδυτική Μικρά Ασία και ότι ήταν συγγενείς των Λυδών (αν και η γλώσσα των Ετρούσκων δεν έχει ομοιότητες με την Λυδική).[i] Η ελληνική παρανόηση για τη συγγένεια Τυρσηνών και Λυδών πιθανότατα αποτελεί αποτέλεσμα της υπολειμματικής γνώσης του γεγονότος ότι κατά την Εποχή του Χαλκού οι δύο λαοί ήταν γείτονες και ότι οι δρόμοι τους χώρισαν μετά την ταραχή που οδήγησε στο τέλος των κοινωνιών της Εποχής του Χαλκού και την άφιξη των Φρυγών στη Μικρά Ασία από την Ευρώπη γύρω στα 1200 π.Χ. Οι Φρύγες εκτόπισαν τους Λυδούς που μετανάστευσαν νοτιότερα και τους Τυρσηνούς που έφυγαν για τα νησιά του Αιγαίου και την Ιταλία. Ορισμένοι από τους Τυρσηνούς ίσως συμμετείχαν και στην καταδρομική επιχείρηση των λεγόμενων Λαών της Θάλασσας στην ανατολική Μεσόγειο, αφού καταγράφονται ως Τeresh σε αιγυπτιακά κείμενα της εποχής.
          Στην ετρουσκική παράδοση ως σημαντικότατη προσωπικότητα θεωρούνταν ο Tarchon, από τον οποίο πήρε το όνομά της η ετρουσκική πόλη Ταρκυνία. Οι μελετητές επισημαίνουν την ομοιότητα του ονόματος με αυτό του σημαντικότερου θεού της Μικρά Ασίας της Εποχής του Χαλκού, του Tarhunt, από τον οποίο πήρε το όνομά της η Tarhuntassa, η δεύτερη σημαντικότερη πόλη των Χετταίων μετά την πρωτεύουσα Χαττούσα. Ο Tarhunt ήταν θεός του κεραυνού, ενώ για τον Tarchon λεγόταν ότι μπορούσε να απομακρύνει τους κεραυνούς. Ήταν αδερφός του Τυρσηνού, αρχηγός των Ετρούσκων στο ταξίδι για την Ιταλία και βασιλιάς τους κατά τον Βεργίλιο.

Άλλα στοιχεία που υποδεικνύουν την προέλευση των Ετρούσκων από τη Μικρά Ασία είναι:

-Στη Μ. Ασία υπάρχει το όνομα Srkastu (Λυδική), πβ. Ζευς Συργάστης στη Βιθυνία, Surgastos (Φρυγική). Sergestus είναι ο σύντροφος του Αινεία μετά την αναχώρησή του από την Τροία για την Ιταλία. Πβ. στην Ετρουσκική το όνομα Sekstalus < Serkstalus.

-Το Ανδραμύττιον σύμφωνα με μια παράδοση ιδρύθηκε από τον Λυδό βασιλιά με το όνομα Έρμων. Το ίδιο όνομα έχει και ο βασιλιάς των Τυρσηνών-Πελασγών που παρέδωσε τη Λήμνο στον Μιλτιάδη.

 -Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι οι Τυρσηνοί άφησαν την περιοχή τους εξαιτίας της πείνας που ενέσκηψε. Τα αιγυπτιακά κείμενα κάνουν λόγο για αποστολές σίτου στους Χετταίους εξαιτίας μεγάλων ελλείψεων λίγο πριν την κατάρρευση της χεττιτικής αυτοκρατορίας.

-Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι οι κάτοικοι της Πλακίης και της Σκυλάκης, ανατολικά της Κυζίκου, μιλούσαν την ίδια γλώσσα με τους Ετρούσκους. 

- O Ελλάνικος αναφέρει ότι αυτός που οδήγησε τους Ετρούσκους στην Ιταλία ήταν κάποιος Νάνας. Πβ. Λυδικό Nannas, Χεττ. Nannaya, Nani, Λυκική neni και ο Φρύγας βασιλιάς Νάννακος.

-Ο διπλός πέλεκυς, σύμβολο των Λυδών βασιλέων, απαντά και ως σύμβολο των Ετρούσκων ηγεμόνων.

-Η λατινική λέξη camillus, δανεισμένη από την Ετρουσκική, σημαίνει νεαρό αγόρι ευγενούς καταγωγής που βοηθά σε ιερές τελετές. Ο Βάρρων ετυμολογούσε τη λέξη από το Κάδμιλος / Κάσμιλος, ο οποίος ήταν ένας από τους Καβείρους, των οποίων η λατρεία είχε ως κέντρο τη Σαμοθράκη και συνδεόταν με τους Πελασγούς-Τυρσηνούς.

-Το πρόσφυμα -mn- στα ετρουσκικά ονόματα (Mastarna, Perperna, Tulumne) απαντά και στη Μικρά Ασία (Lipurna, Ticurna, Tunumna).

- Το όνομα της πόλης των Ετρούσκων Korythos αντιστοιχεί στο όνομα του γιου του Πάρη στην Τροία.





[i] Αποτελεί πειρασμό να συνδέσουμε τη ρίζα Turs-  / Trus- με το χεττιτικό όνομα της Τροίας Truisa, Taruisa (η πόλη των Τυρσηνών;).