Λόγος του Τρισμέγιστου Ερμή για την αναγέννηση του ανθρώπου (παλιγγενεσία)



Ορισμοί του Ασκληπιού προς το βασιλιά Άμμωνα: η θεϊκή διακυβέρνηση του κόσμου, ο ρόλος του ήλιου, των άστρων και των δαιμόνων
>>>ΠΟΙΜΑΝΔΡΗΣ (Λόγος Α΄)

ΕΡΜΗΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΙΓ΄

Ερμή του Τρισμέγιστου λόγος προς το γιο του Τατ. Λόγος απόκρυφος στο όρος [1] για την παλιγγενεσία και την επαγγελία [2] της σιωπής.

           
Στα Γενικά σου, πατέρα, μίλησες αινιγματικά και όχι ολοκάθαρα, πραγματευόμενος τη φύση του θεού. Δε μου αποκάλυψες τίποτα, με τον ισχυρισμό ότι κανείς δεν μπορεί να σωθεί πριν από την παλιγγενεσία. Όταν όμως σε ικέτεψα -τότε που κατέβηκες από το όρος-  και μετά από τη συζήτησή μας, ενώ σε ρώτησα για να μάθω το δόγμα για την παλιγγενεσία –είναι το μόνο σημείο της διδασκαλίας σου που αγνοώ-, μου είπες ότι θα μου το μεταδώσεις, όταν θα μπορέσω να αποξενωθώ από τον κόσμο. Είμαι έτοιμος, λοιπόν, αφού οχύρωσα το φρόνημά εντός μου απέναντι στην απάτη του κόσμου. Εσύ συμπλήρωσε τα κενά της γνώσης μου με όσα είπες ότι θα μου μεταδώσεις σχετικά με τον τρόπο της παλιγγενεσίας, εκθέτοντας το θέμα με τη φωνή σου ή με τρόπο απόκρυφο.[3] Αγνοώ, Τρισμέγιστε, από τι είδους μήτρα[4] γεννήθηκε ο Άνθρωπος και από ποια σπορά».
   «Παιδί μου, (μήτρα) είναι η νοερή Σοφία μέσα στη Σιγή[5] και σπορά το αληθινό Αγαθό».
«Και ποιος είναι ο σπορέας, πατέρα; Γιατί αγνοώ το ζήτημα στο σύνολό του».
«(Σπορέας) είναι το Θέλημα του θεού, παιδί μου».
«Τι είδους είναι αυτός που γεννιέται, πατέρα; Γιατί δεν μπορεί να έχει καμιά συμμετοχή στην εντός μου ουσία».
«Αυτός που γεννιέται θα είναι διαφορετικός, παιδί του θεού, θεός, το παν μέσα στα πάντα, αποτελούμενος απ’ όλες τις Δυνάμεις».[6]
«Αίνιγμα μου λες, πατέρα, και δε μιλάς όπως πατέρας στο γιο του».[7]
«Αυτό το είδος (γνώσης) δε διδάσκεται, παιδί μου, αλλά όταν το θελήσει, από τον ίδιο το θεό δίνεται η ανάμνηση».
«Πατέρα, μου λες πράγματα αδύνατα και βεβιασμένα. Γι’ αυτό και απέναντι σ’ αυτά θέλω να δώσω μια ορθή απάντηση: “Γεννήθηκα παιδί ξένο προς το γένος του πατέρα μου”.[8] Μην είσαι εχθρικός με μένα, πατέρα. Είμαι γνήσιος γιος σου. Όρισέ μου με σαφήνεια τον τρόπο της παλιγγενεσίας».
«Τι να πω παιδί μου; Δεν έχω τι άλλο να πω, εκτός από αυτό: βλέποντας εντός μου ένα όραμα άυλο, γεννημένο από το έλεος του θεού, βγήκα από τον εαυτό μου και εισήλθα σε αθάνατο σώμα και δεν είμαι τώρα αυτός που ήμουν πριν, αλλά γεννήθηκα μέσα στο Νου. Η πραγματικότητα αυτή δεν διδάσκεται, ούτε μπορεί να ιδωθεί από αυτό το υλικό στοιχείο, με το οποίο βλέπει κανείς. Γι’ αυτό και έχω εγκαταλείψει αυτή την πρώτη μορφή μου, την σύνθετη. Δεν έχω πια χρώμα, ούτε αφή και μέγεθος, όλα αυτά μου είναι ξένα. Τώρα, παιδί μου, με βλέπεις με τα μάτια σου, δεν κατανοείς όμως αυτό που είμαι, βλέποντάς με με τη σωματική σου όραση. Δεν μπορώ να ιδωθώ από αυτά τα μάτια τώρα, παιδί μου».

«Πατέρα, με έσεισες μέσα μου και μ’ έριξες σε μεγάλο πάθος και οίστρο του νου. Γιατί τώρα δεν βλέπω τον εαυτό μου».
«Μακάρι, παιδί  μου, κι εσύ να έβγαινες από τον εαυτό σου χωρίς να κοιμάσαι, όπως συμβαίνει στον ύπνο σ’ αυτούς που ονειρεύονται».
«Πες μου κι αυτό. Ποιος είναι ο γενεσιουργός της παλιγγενεσίας;».
«Ο γιος του θεού, ένας Άνθρωπος, με του θεού το θέλημα».
«Από δω και πέρα, πατέρα, με οδηγείς σε αποσβόλωση. Έχω χάσει τα μέχρι τώρα λογικά μου –γιατί, πατέρα, βλέπω το παράστημά σου να είναι το ίδιο, μαζί με τα χαρακτηριστικά σου».[9]
«Και σ’ αυτό πλανιέσαι. Γιατί η θνητή μορφή αλλάζει καθημερινά, αφού με το χρόνο είτε αυξάνει, είτε μειώνεται, σαν ψεύδος».
«Τι είναι, λοιπόν, αληθινό, Τρισμέγιστε;».
«Αυτό που δεν είναι θολό, παιδί μου, που δεν έχει όρια, χρώμα, σχήμα, το αναλλοίωτο, το γυμνό, το λαμπερό, που γίνεται καταληπτό από τον εαυτό του, το αναλλοίωτο αγαθό, το ασώματο».
«Στ’ αλήθεια έχω τρελαθεί, πατέρα. Γιατί ενώ νόμιζα ότι με είχες κάνει σοφό, οι αντιληπτικές ικανότητες της νόησής μου έχουν φράξει».
 «Έτσι είναι, παιδί μου. Αυτό που ανεβαίνει ψηλά, όπως η φωτιά, και αυτό που βυθίζεται προς τα κάτω, όπως η γη, αυτό που είναι υγρό, όπως το νερό, κι αυτό που πνέει σ’ όλο το σύμπαν,[10] όπως ο αέρας, συλλαμβάνεται με τις αισθήσεις. Ό,τι όμως είναι ξέχωρο απ’ αυτές πώς να το κατανοήσεις με τις αισθήσεις σου, δηλαδή ό,τι δεν είναι σκληρό, δεν είναι υγρό, δεν σφίγγεται, δεν διολισθαίνει, αυτό που νοείται μόνο από τη δύναμη και την ενέργειά του και απαιτεί κάποιον που να μπορεί να κατανοήσει την εν θεώ γέννηση;».
«Είμαι, λοιπόν, ανίκανος, πατέρα;».
«Παιδί μου, μακάρι αυτό να μην συμβεί. Συγκεντρώσου στον εαυτό σου και θα έρθει. Θέλησέ του και γίνεται. Κατάργησε τις αισθήσεις του σώματος και θα συμβεί η γέννηση της θεότητας.[11] Καθάρισε τον εαυτό σου από τις παράλογες τιμωρίες της ύλης».[12]
«Δηλαδή, πατέρα, έχω τιμωρούς μέσα μου;».
«Όχι λίγους, παιδί μου, αλλά και φοβερούς και πολλούς».
«Το αγνοώ, πατέρα».
«Μία τιμωρία,[13] παιδί μου, είναι η άγνοια, δεύτερη η λύπη, τρίτη η ασωτία, τέταρτη η επιθυμία, πέμπτη η αδικία, έκτη η πλεονεξία, έβδομη η απάτη, όγδοη ο φθόνος, ένατη ο δόλος, δέκατη η οργή, ενδέκατη η προπέτεια, δωδέκατη η κακία. Είναι δώδεκα αυτές στον αριθμό. Κάτω απ’ αυτές, παιδί μου, κι άλλες, ακόμη περισσότερες, αναγκάζουν των εσωτερικό άνθρωπο[14] να υποφέρει με τις αισθήσεις του, εξαιτίας του δεσμωτηρίου του σώματος. Αυτές απομακρύνονται, όχι αθρόα,[15] από τον άνθρωπο που τον ελέησε ο θεός και σ’ αυτό συνίσταται ο τρόπος και ο λόγος της παλιγγενεσίας.
Στο εξής σίγησε, παιδί μου, και σιώπα ευλαβικά. Μ’ αυτό τον τρόπο ο θεός δε θα παύσει το έλεός του για μας.[16] Χαίρε, λοιπόν, παιδί μου. Γιατί οι δυνάμεις του θεού σε καθαρίζουν πέρα ως πέρα, για τη συνάρθρωση του Λόγου.[17] Μας ήρθε του θεού η γνώση. Με τον ερχομό της, παιδί μου, έδιωξε την άγνοια. Γνώση χαράς ήρθε μέσα μας. Με τον ερχομό της, παιδί μου, η λύπη φεύγει και πάει σε όσους έχουν χώρο γι’ αυτήν.
Η δύναμη που καλώ μετά τη χαρά είναι η εγκράτεια. Γλυκύτατη δύναμη! Ας την υποδεχθούμε, παιδί μου, με πολύ μεγάλη ευχαρίστηση. Πώς αποδιώχνει με την εμφάνισή της την ασωτία! Τέταρτη καλώ τώρα την καρτερία, τη δύναμη που στέκει ενάντια στην επιθυμία. Το σκαλί αυτό, παιδί μου, είναι η βάση της δικαιοσύνης. Δες πώς έδιωξε την αδικία χωρίς δίκη. Γίναμε δίκαιοι, παιδί μου, τώρα που απουσιάζει η αδικία. Έκτη δύναμη καλώ τη γενναιοδωρία που στέκει ενάντια στην πλεονεξία. Τώρα που έφυγε η πλεονεξία καλώ ακόμη την αλήθεια. Φεύγει η απάτη, έρχεται η αλήθεια. Δες, παιδί μου, πώς ολοκληρώνεται το αγαθό με τον ερχομό της αλήθειας.[18] Γιατί ο φθόνος απομακρύνθηκε από μας. Μαζί με την αλήθεια έπεται και το αγαθό με τη συνοδεία της ζωής και του φωτός. Τώρα πια δεν έρχεται εναντίον μας καμιά τιμωρία του σκότους: όλες τους νικημένες πέταξαν μακριά με θόρυβο.
Έμαθες, παιδί μου, τον τρόπο της παλιγγενεσίας. Όταν έρχεται η δεκάδα, παιδί μου, συμβαίνει γέννηση νοερή, και διώχνει τη δωδεκάδα.[19] Θεωθήκαμε με τη γέννηση. Όποιος λοιπόν έτυχε την κατά θεό γέννηση, με το έλεός του, έχοντας εγκαταλείψει τη σωματική αίσθηση, κατανοεί ότι ο εαυτός του συνίσταται απ’ αυτές τις δυνάμεις και ευφραίνεται».
«Ακλόνητος έγινα χάρη στο θεό, πατέρα.[20] Βλέπω όχι με την όραση των οφθαλμών, αλλά με τη νοητική ενέργεια των Δυνάμεων. Είμαι στον ουρανό, στη γη, στο νερό, τον αέρα. Είμαι ανάμεσα στα ζώα, στα φυτά, μέσα στην κοιλιά μου, μπροστά από την κοιλιά μου, πέρα από την κοιλιά μου, παντού. Αλλά πες μου κι αυτό, πώς οι τιμωρίες του σκότους, δώδεκα στον αριθμό, απωθούνται από δέκα δυνάμεις. Με ποιο τρόπο, Τρισμέγιστε;».
«Αυτό το σκήνωμα,[21] παιδί μου, από το οποίο εξήλθαμε, δημιουργήθηκε από το ζωδιακό κύκλο. Αυτός έχει συντεθεί από δώδεκα στον αριθμό όντα, μία φύση, που <γεννά> κάθε είδους μορφές για να πλανέψει τον άνθρωπο. Ανάμεσα στις τιμωρίες, παιδί μου, υπάρχουν ζεύγη που είναι ενωμένα στη δράση τους: είναι αχώριστη <η πλεονεξία από την αδικία και> η προπέτεια από την οργή. Συνεπώς είναι αδύνατο να τις ξεχωρίσεις. Είναι επόμενο, λοιπόν, και σύμφωνο με τον ορθό λόγο ότι απομακρύνονται διωγμένες από τις δέκα δυνάμεις, τουτέστιν από τη Δεκάδα. Γιατί η Δεκάδα, παιδί μου, είναι ψυχογόνος[22]. Ζωή και Φως είναι ενωμένα, απ’ αυτά γεννιέται η Μονάδα, ο αριθμός του Πνεύματος.[23] Η Μονάδα, λοιπόν, εύλογα περιέχει τη Δεκάδα και η Δεκάδα τη Μονάδα».
«Πατέρα, βλέπω το Παν και τον εαυτό μου μέσα στο Νου».
«Αυτή είναι η παλιγγενεσία, παιδί μου, το να μην εμφανίζεσαι πια με το τρισδιάστατο σώμα σου... χάρη στο λόγο αυτό για την παλιγγενεσία, τον οποίο δεν εξέθεσα έγγραφα,[24] για να μην διαλαλήσουμε το Παν στους πολλούς, αλλά σε όσους ο ίδιος ο Θεός θέλει».
«Πες μου, πατέρα, αυτό το (νέο) σώμα που δημιουργήθηκε από τις Δυνάμεις, θα διαλυθεί κάποτε;».
«Μίλα σωστά και μη λες πράγματα αδύνατα! Θα αμαρτήσεις και ο οφθαλμός του νου σου θα σβήσει. Το αισθητό σώμα της φύσης πολύ απέχει από την πραγματική γέννηση. Το πρώτο είναι διαλυτό, ενώ η δεύτερη αδιάλυτη, το ένα είναι θνητό, η άλλη αθάνατη. Δεν καταλαβαίνεις ότι είσαι από τη φύση σου θεός και παιδί του Ενός, όπως κι εγώ;».
«Πατέρα, θα ήθελα να μάθω την ευλογία με τη μορφή ύμνου, που είπες ότι θα ακούσω από τις Δυνάμεις, όταν θα είμαι στην Ογδοάδα, όπως προείπε για την Ογδοάδα ο Ποιμάνδρης».
«Παιδί μου, καλώς σπεύδεις να διαλύσεις το σκήνωμά σου: είσαι πια καθαρμένος. Ο Ποιμάνδρης, ο Νους της αυθεντίας,[25] δε μου δίδαξε κάτι περισσότερο από όσα έχουν γραφεί,[26] γνωρίζοντας ότι θα μπορέσω να τα κατανοήσω όλα από μόνος μου και να ακούσω όσα επιθυμώ, να δω τα πάντα, και μου ανέθεσε να κάνω το καλό. Γι’ αυτό και σε κάθε περίπτωση άδουν οι Δυνάμεις που βρίσκονται μέσα μου».
«Θέλω, πατέρα, να ακούσω και επιθυμώ αυτά να τα κατανοήσω».
«Ησύχασε, παιδί μου, και άκου τώρα την αρμόζουσα ευλογία, τον ύμνο της παλιγγενεσίας, τον οποίο δε θα είχα αποφασίσει να αποκαλύψω έτσι εύκολα στο τέλος του όλου λόγου μου, αν δεν ήταν για σένα. Λοιπόν, αυτός ο ύμνος δε διδάσκεται, αλλά κρύβεται στη σιωπή. Έτσι, λοιπόν, παιδί μου, στάσου σε υπαίθριο χώρο, κοιτάζοντας προς το νότιο άνεμο, κατά το ηλιοβασίλεμα, και προσκύνα. Το ίδιο να κάνεις κι όταν ο ήλιος ανατέλλει, γυρνώντας προς τον ανατολικό άνεμο.[27] Ησύχασε, παιδί μου».
[ΥΜΝΩΔΙΑ ΚΡΥΦΗ-ΛΟΓΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ[28]]
«Όλα τα πλάσματα του κόσμου ας υποδεχτούν το άκουσμα του ύμνου. Άνοιξε γη· ας ανοίξουν για χάρη μου όλα της βροχής τα κλείστρα· δέντρα μη σείεστε. Πρόκειται να ψάλω τον κύριο της κτίσης, το Παν και το Εν. Ανοίξτε ουρανοί, άνεμοι σταθείτε. Αθάνατε κύκλε του Θεού, δέξου τα λόγια μου. Γιατί πρόκειται να υμνήσω τον κτίστη των πάντων, αυτόν που στερέωσε τη γη και κρέμασε τον ουρανό, αυτόν που γλυκό νερό από τον ωκεανό ρύθμισε να υπάρχει στην κατοικημένη και την ακατοίκητη γη για τη διατροφή και τη δημιουργία όλων των ανθρώπων, αυτόν που ρύθμισε να φανερωθεί η φωτιά για κάθε χρήση των θεών και των ανθρώπων. Όλοι μαζί ας τον εγκωμιάσουμε, αυτόν που υψώνεται πάνω από όλους τους ουρανούς, τον κτίστη όλης της φύσης. Αυτός είναι ο οφθαλμός του νου[29] κι αυτός ας δεχτεί το εγκώμιο των δυνάμεών μου.
 Δυνάμεις που εντός μου είστε, υμνείτε το Εν και το Παν. Όλες οι δυνάμεις που είστε μέσα μου ψάλτε σύμφωνα με το θέλημά μου. Άγια Γνώση, από σε φωτισμένος και χάρη σε σένα υμνώ το νοητό φως και χαίρομαι με του νου τη χαρά.[30] Όλες οι δυνάμεις υμνείτε μαζί μου. Κι εσύ, εγκράτεια, ψάλλε για χάρη μου. Δικαιοσύνη μου, μέσα από μένα ψάλλε το δίκαιο. Αλήθεια, ψάλλε την αλήθεια, Αγαθό, ψάλλε το αγαθό. Ζωή και Φως, από σας ξεκινά και σε σας καταλήγει το εγκώμιο. Σ’ ευχαριστώ, Πατέρα, ενέργεια των δυνάμεων. Σ’ ευχαριστώ, Θεέ, δύναμη των ενεργειών μου. Ο Λόγος σου μέσα από μένα υμνεί εσένα. Μέσα από μένα δέξου πίσω το Παν με το μέσο του Λόγου, σαν θυσία με λόγια.
Αυτά βοούν οι δυνάμεις που βρίσκονται μέσα μου. Υμνούν το Παν, τελούν το θέλημά Σου. Η βουλή σου από σένα εξέρχεται και επιστρέφει σε σένα, το Παν. Δέξου απ’ όλα τα όντα θυσία με λόγια. Το Παν που εντός μας είσαι, Ζωή σώζε, Φως φώτιζε, Πνεύμα, Θεέ. Τον Λόγο σου τον ποιμαίνει ο Νους,[31] πνευματοφόρε, δημιουργέ. 
Συ είσαι ο Θεός. Ο άνθρωπός σου αυτά βοά μέσα από τη φωτιά, τον αέρα, τη γη, τα νερά, το πνεύμα, τα κτίσματά σου. Από σένα βρήκα την ευλογία του Αιώνα[32] και αυτό που ζητώ, την ανάπαυση στη βούλησή σου. Με το θέλημά σου εννόησα το εγκώμιο αυτό να εκφωνείται».
«Πατέρα, τούτον τον ύμνο τον εναπέθεσα και στον κόσμο μου».
«Στο νοητό κόσμο» να λες, παιδί μου».
«Στο νοητό, πατέρα. Έχω δύναμη. Από τον ύμνο και το εγκώμιό σου φωτίστηκε ο νους μου. Πλέον θέλω κι εγώ να αναπέμψω απ’ τη δική μου καρδιά εγκώμιο στο θεό».[33]
«Όχι με άσκοπο τρόπο, παιδί μου».
«Όσα βλέπω στο νου μου, πατέρα, λέω. Σε σένα, γενάρχη της γενεσιουργίας,[34] εγώ ο Τατ, θεέ, αναπέμπω θυσία με λόγια. Εσύ θεέ, Πατέρα, Κύριε, Νου δέξου τις θυσίες με λόγια που θέλεις από μένα. Γιατί με τη δική σου βούληση τελούνται τα πάντα».[35]
«Εσύ, παιδί μου, ανάπεμψε θυσία αποδεκτή στον Πατέρα των πάντων, αλλά πρόσθεσε, παιδί μου, τη φράση «δια του Λόγου».
«Σ’ ευχαριστώ, πατέρα, για τις συμβουλές που μου έδωσες στην προσευχή μου».
«Χαίρομαι, παιδί μου, που καρποφόρησες από την αλήθεια αγαθά, αθάνατα γεννήματα. Τώρα που έμαθες αυτά από μένα, υποσχέσου να σιωπήσεις γι’ αυτή την πνευματική τελειότητα, να μην αποκαλύψεις σε κανέναν, παιδί μου, τη διδασκαλία της παλιγγενεσίας, για να μην θεωρηθούμε ότι την καταλαλούμε. Δώσαμε επαρκή φροντίδα ο καθένας μας, εγώ μιλώντας κι εσύ ακούοντας. Νοερά γνώρισες τον εαυτό σου και τον Πατέρα μας».  

[ΣΤΑΥΡΟΣ ΓΚΙΡΓΚΕΝΗΣ]


[1] Για τη συμβολική διάσταση του όρους στην αποκάλυψη σοφίας πβ. λ.χ. την επί του όρους ομιλία του Ιησού Χριστού. Πβ. επίσης άλλες ανατολικές παραδόσεις για τους σοφούς που αναχωρούν στο βουνό ή στους πρόποδές του και λαμβάνουν αποκαλύψεις: βλ. λ.χ. Δίων Χρυσ. 36.39, Πορφύριος, Περί του των Νυμφών άντρου 5 (για το Ζωροάστρη), Ελλ. Μαγ. Παπ. 12.92 κ.εξ., Κλήμης, Στρωμ. 5.12.78 (για το Μωυσή) κ.α. Ο Ψελλός (CatManAlchimGr4., σελ. 167) υποστηρίζει ότι τη συμβολική ερμηνεία της αναβάσεως σε ένα ιερό όρος την δανείστηκε από τους Χαλδαίους, εννοώντας ίσως τους Χαλδαϊκούς χρησμούς. Ο Φίλων στην ερμηνεία του για το βιβλίο της Εξόδου (2.46) συνδέει την άνοδο του Μωυσή στο Σινά με ένα είδος δεύτερης και θεϊκής γεννήσεως.
[2] Η λέξη επαγγελία μπορεί να σημαίνει είτε την εντολή (για σιωπή που δίνει ο Ερμής στον Τατ), είτε την υπόσχεση (για σιωπή που δίνει ο Τατ στον Ερμή). Η δεύτερη σημασία φαίνεται ίσως πιθανότερη με βάση τη φράση της παραγρ. 22, σιγὴν ἐπάγγειλαι 
[3] Δεν είναι σαφές τι ακριβώς εκπροσωπεί στο πρωτότυπο η αντίθεση ἐκ φωνῆς … κρυβήν. Ίσως να υπονοείται η αντίθεση μεταξύ μιας προφορικής και μιας γραπτής αποκάλυψης (πιθανώς με κάποια επιστολή από το δάσκαλο προς το μαθητή, θέμα σύνηθες στην απόκρυφη γραμματεία). Ίσως με τον όρο κρυβήν να υπονοείται κάποιο μυστικιστικό όραμα που θα προκαλέσει ο μυητής στον μυούμενο, όπως στη λεγόμενη Μιθραϊκή λειτουργία. Εναλλακτικά μπορεί να υπόκειται η αντίθεση μεταξύ ενός δημόσιου μαθήματος ενώπιον πολλών μαθητών και μιας ιδιωτικής αποκάλυψης μόνο στον Τατ.
[4] Πβ. Ελλ. Μαγ. Πάπ. 4.517-518, 645-648. Η γνώση της πραγματικής του προέλευσης είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την εξέλιξη του πνευματικού ανθρώπου. Πβ. Ειρηναίος 1.14.4, όπου η μητέρα των Αρχόντων που περιστοιχίζουν τον Δημιουργό αγνοεί την καταγωγή της. Αντίθετα η γνώση της αληθινής καταγωγής επιτρέπει στην ψυχή να παρακάμψει την αντίσταση των Αρχόντων κατά την άνοδό της (1.20.1).
[5] Η έννοια της Σιγής πρέπει εδώ να προέρχεται από τον Γνωστικισμό. Πβ. Κλήμης, Εκ των Θεοδ. 29-30 (από τη βαλεντινιανή σχολή των Γνωστικών), Ειρηναίος 1.1.1-2, 5.1-3, Ιππόλ., Κατά π. αιρ. 6.29.3-4 (η Σιγή ως σύζυγος του Πατέρα).
[6] Υποστάσεις του Θεού και ειδικά του Λόγου (13.8), όπως στο 1.26. Πβ. Ιππόλ., Κατά π. αιρ. 5.8.18, περὶ δὲ τῆς ἀνόδου αὐτοῦ, τουτέστι τῆς ἀναγεννήσεως͵ ἵνα γένηται πνευματικός͵ οὐ σαρκικός…
[7] Είναι χαρακτηριστική η εμφάνιση σε όλο το χωρίο της αρχαίας ιερατικής αντίληψης μιας κληρονομικής κάστας: ο γιος μόνο μπορεί να διαδεχτεί τον πατέρα και να μεταλάβει απ’ αυτόν τις μυστικές αλήθειες.
[8] Εδώ φαίνεται να έχουμε αναμνήσεις από φράσεις που χρησιμοποιεί η ψυχή σε διάφορες διηγήσεις, για να εξασφαλίσει την είσοδό της στο θεϊκό κόσμο. Πβ. λ.χ. από τα ορφικά ελάσματα τις φράσεις αὐτὰρ ἐμοὶ γένος οὐράνιον, οἵ γονεὰν ὑπέχονται, καὶ γὰρ ἐγὼν ὑμῶν γένος ὄλβιον εὔχομαι εἶμεν (F 32ab IVc Kern). Επίσης Ειρηναίος 1.21.5 (για τους Μαρκωσιανούς), Ελλ. Μαγ. Πάπ. 5.574-575 κ.α.
[9] Τα λόγια του Τατ αντιστοιχούν όχι σε όσα προηγήθηκαν αμέσως πριν, αλλά στην παράγραφο 3, όπου ο Ερμής περιγράφει την καινούργια του κατάσταση: δεν είναι πια ο ίδιος κι όμως δε φαίνεται διαφορετικός. Η αταξία στο λόγο του Τατ πρέπει να είναι συνέπεια της απώλειας της λογικής του, ἀπολειφθεὶς φρενῶν.
[10] Η ακριβής έννοια της λέξης σύμπνοος για τον αέρα είναι δύσκολο να κατανοηθεί εδώ. Θα μπορούσε κατά κάποιο τρόπο να σχετίζεται με τη στωική ιδέα της ενότητας του σύμπαντος, στο οποίο όλα τα όντα αναπνέουν μαζί και μια συμπάθεια διαπερνά τα πάντα (Χρύσιππος, SVF 2, σελ. 264, 7-8 Arnim): φύσει διοικεῖσθαι τόνδε τὸν κόσμον, σύμπνουν καὶ συμπαθῆ αὐτὸν αὑτ ὄντα. Η λέξη σύμπνοια καλύπτει την ίδια έννοια στο Χρύσιππο (SVF 2, σελ. 172, 17-19): τα πάντα αποτελούν μια ενότητα, από την οποία προκύπτει η σύμπνοια και η συντονία που συνδέει τα ουράνια με τα γήινα. Ο ερμητικός συγγραφέας θα μπορούσε να είχε δανειστεί τη λέξη, για να παραπέμψει σε μια παρόμοια σύλληψη: ο αέρας είναι σύμπνοος με την έννοια ότι ενώνει τα πάντα, μέσω της ίδιας ανάσας που διαπερνά τα πάντα.
[11] Για το θέμα της κατάργησης των αισθήσεων ως απαραίτητης προϋπόθεσης για την έκσταση πβ. CH 1.1, 10.5.
[12] Γι’ αυτές τις προσωποποιημένες τιμωρίες πβ. Ελλ. Μαγ. Πάπ. 7.303. Πρόκειται ουσιαστικά για τα ίδια τα ελαττώματά μας. 
[13] Ακολουθεί ένας κατάλογος δώδεκα τιμωριών-παθών σε αντιστοιχία προς τα 12 ζώδια του ζωδιακού κύκλου (βλ. παρακ. στην παραγρ. 12, ἐκ τοῦ ζοφόρου κύκλου), ενώ σε άλλα χωρία αναφέρονται 7 σε αντιστοιχία με με τους 7 πλανήτες (CH 1.23, 1.25, 6.1, 6.3, 9.3). Πβ. Ζώσιμος σελ. 244.21 Berthelot. Δεν υπάρχει αντιστοιχία, τουλάχιστον άμεση, μεταξύ των τιμωριών, των ζωδίων και των μελών του ανθρώπινου σώματος όπως αλλού: δεν υπάρχει λ.χ. μια τιμωρία-πάθος της κεφαλής, της καρδιάς κ.ο.κ. Ο παρών κατάλογος υπονοεί, πάντως, ότι η ψυχή κατεβαίνοντας από τον ουρανό προς τη γη διασχίζει τα δώδεκα σημεία του ζωδιακού, καθένα από τα οποία της δίνει και ένα πάθος.
[14] Ο όρος ένδιάθετος είναι στωικός. Βλ. λ.χ. SVF 2, 43, 13 / 74, 6. Πβ. τον όρο ὁ ἔσω ἄνθρωπος από την παύλεια θεολογία (Ρωμ. 7.22-23, 2 Κορ. 4.16, Εφεσ. 3.16). Πβ. Φίλων, Περὶ τοῦ τὸ χεῖρον κ.τ.λ. 23.
[15] Δεν απομακρύνονται αθρόα, αλλά διαδοχικά, καθώς απομακρύνονται μια-μια από την αντίστοιχη Δύναμη (παράγρ. 8-9). Πβ. CH 1.25, 4.8.
[16] Σ’ αυτό το σημείο θα μπορούσαμε να υποθέσουμε μερικές στιγμές τελετουργικής σιωπής, στη διάρκεια της οποίας ολοκληρώνεται η πρᾶξις. Αυτό φαίνεται να το επιβεβαιώνει το χαῖρε που ακολουθεί: πβ. FirmMaternusDe err19, χαῖρε νύμφε, χαῖρε νέον φῶς, φράση που πρέπει να απευθύνεται προς έναν μύστη μετά τη μύησή του στο βαθμό νύμφος των μιθραϊκών μυστηρίων. Πβ. το ορφικό απόσπασμα 32 f Kernχαῖρε παθών.
[17] Πβ. απόστολος Παύλος, Γαλ. 4.19, τεκνία μου, οὕς πάλιν ὠδίνω μέχρις οὗ μορφωθ Χριστὸς ἐν ὑμῖνΕφ. 4.12, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Πρόκειται για την οικοδόμηση του καινού ανθρώπου, που είναι ο θεϊκός Λόγος μέσα μας.
[18] Ο κατάλογος των Δυνάμεων αποτελεί ουσιαστικά μια επτάδα. Οι υπόλοιπες τρεις Δυνάμεις (Αγαθό, Ζωή και Φως) προστίθενται, για να συμπληρωθεί μια Δεκάδα, αριθμός ιερός και τέλειος. Μ’ αυτό τον τρόπο ο συντάκτης του λόγου διαφοροποιείται από την κοινότερη παράδοση των επτά κακιών (επτά πλανήτες) που αποδιώχνονται από επτά θεϊκές Δυνάμεις. Στον Ειρηναίο 1.17.1 και τον Ιππόλυτο, Κατά π. αιρ. 6.54, η Δεκάδα των δέκα Δυνάμεων συμβολίζεται από τους επτά ουρανούς, τον όγδοο κύκλο που περιβάλλει τον κόσμο, συν τους κύκλους του ήλιου και της σελήνης. Αποτελεί εικόνα της αόρατης δεκάδας που δημιούργησαν ο Λόγος και η Ζωή και αντιτίθεται στη Δωδεκάδα (12 ζώδια), εικόνα της αόρατης Δωδεκάδας που δημιούργησαν ο Άνθρωπος και η Εκκλησία. Ανάλογες θεωρητικές κατασκευές στον Ειρηναίο 1.16.1 και Ιππόλ., ό.π. 6.53.2-3.
[19] Το ρήμα συνετέθη ανακαλεί την εικόνα της συναρθρώσεως του Λόγου παραπάνω. Η νοερή γέννηση που είναι αποτέλεσμα της έλευσης της Δεκάδας, ένα νέο εἶδος (μορφή), πασῶν δυνάμεων συνεστός (βλ. και την επόμενη σημ.), αποδιώχνει το πρῶτον σύνθετον εἶδος (βλ. παραπ. παράγρ. 3), παράγωγο της Δωδεκάδας. Για το ἐθεώθημεν πβ. CH 1.26, 4.7, 10.6, ερμητικά αποσπάσματα Στοβαίου XXIV 4, Ελλ. Μαγ. Πάπ. 3.600.
[20] Ἀκλινής. Ο όρος υπονοεί ταυτόχρονα τη σταθερότητα, την ηρεμία, την ανάπαυση (ἀνάπαυσις, ἵδρυσις, στάσις). Πρόκειται για μυστικιστικό όρο που χαρακτηρίζει τον τέλειο, αναγεννημένο άνθρωπο. Πβ. Φίλων, Περί γιγάντων 54, (για το Μωυσή), οὕτως καὶ Μωυσῆς ἔξω τῆς παρεμβολῆς καὶ τοῦ σωματικοῦ παντὸς στρατοπέδου πήξας τὴν ἑαυτοῦ σκηνήν͵ τουτέστι τὴν γνώμην ἱδρυσάμενος ἀκλινῆ͵ προσκυνεῖν τὸν θεὸν ἄρχεται καὶ εἰς τὸν γνόφον͵ τὸν ἀειδῆ χῶρον͵ εἰσελθὼν αὐτοῦ καταμένει τελούμενος τὰς ἱερωτάτας τελετάς. γίνεται δὲ οὐ μόνον μύστης͵ ἀλλὰ καὶ ἱεροφάντης ὀργίων καὶ διδάσκαλος θείων͵ ἃ τοῖς ὦτα κεκαθαρμένοις ὑφηγήσεται. Επίσης ό.π. 49, στάσις τε καὶ ἠρεμία ἀκλινὴς ἡ παρὰ τὸν ἀκλινῶς ἑστῶτα ἀεὶ θεόν. Ο Πλωτίνος κάνει λόγο για τον ακλινή νου 2.9.2.3, ἕνα νοῦν τὸν αὐτὸν ὡσαύτως ἔχοντα͵ ἀκλινῆ πανταχῇ͵ μιμούμενον τὸν πατέρα…
[21] Για την αντίθεση ανάμεσα στο σκήνωμα (σκηνή) του υλικού σώματος και την οἰκοδομήν του θεϊκού σώματος πβ. 2 Κορ. 5.1-4. Για το σκῆνος πβ. Ελλ. Μαγ. Πάπ. 4.448. Πβ. το χαρακτηρισμό ἔκσκηνοι για τις ψυχές που ελευθερώθηκαν από το σώμα του στο Σέξτο Εμπειρικό 9.573. Το κείμενο της παραγράφου 12 φαίνεται κάπως διαταραγμένο. Το βασικό του νοήμα είναι το εξής: το υλικό σώμα, φτιαγμένο από τα 12 σημεία του ζωδιακού, αντικαθίσταται από τον πνευματικό σώμα, φτιαγμένο από τις δέκα Δυνάμεις και ταυτισμένο με το Πνεύμα και το Εν. Από τα 12 σημεία του ζωδιακού τα τέσσερα μπορούν να θεωρηθούν ότι συνδέονται ανά δύο στενά και να σχηματίσουν δύο ζεύγη, στα οποία αν προστεθούν τα 8 μονά  σημεία που απομένουν το άθροισμα προκύπτει 10. Με όμοιο τρόπο μπορούν να υπολογιστούν και τα 12 αντίστοιχα πάθη: η οργή και η προπέτεια συνδέονται στενά, με αποτέλεσμα η ίδια δύναμη-αρετή να μπορεί διώξει και τις δύο. Το ίδιο πρέπει να ισχύει και για ένα ακόμη ζεύγος παθών που όμως πέφτει στο κενό του κειμένου: θα μπορούσαν να είναι η πλεονεξία και η αδικία, όπως προτείνεται στο συμπλήρωμα στο αρχαίο κείμενο. Έτσι οι 10 δυνάμεις μπορούν να αποδιώξουν 12 πάθη. Για το νέο σώμα πβ. Ελλ. Μαγ. Πάπ. 4.495, σῶμα τέλειον ἐμοῦ τοῦ δεῖνα τῆς δεῖνα͵ διαπεπλασμένον ὑπὸ βραχίονος ἐντίμου καὶ δεξιᾶς χειρὸς ἀφθάρτου ἐν ἀφωτίστῳ καὶ διαυγεῖ κόσμῳ͵ ἔν τε ἀψύχῳ καὶ ἐψυχωμένῳ…
[22] Ο αριθμός που γεννά την ψυχή είναι συνήθως το 6 και ο Ιωάννης ο Λυδός (Περί μηνών 2.11) τον αποκαλεί ψυχογονικό. Στο υπόμνημά του στον πλατωνικό Τίμαιο (1.316 Diehl) ο Πρόκλος αναφέρει ότι η Δεκάδα φωτίζει με νου την ψυχή, επειδή είναι ο νους των όλων.
[23] Συνεπώς ισχύει η εξίσωση 10 Δυνάμεις = Δεκάδα =Εν =Πνεύμα = Ζωή και Φως. Τέτοιες ισοδυναμίες ήταν ιδιαίτερα αγαπητές στους Γνωστικούς. Το σύμβολο του Αιώνος (= Άνθρωπος) είναι το γράμμα Ι, σύμβολο και του 1 και του 10. Πβ. Μονόιμος στον Ιππόλυτο, Κατά π. αιρ. 8.12-14, Ειρηναίος 1.3.2. Ο Τατ γίνεται ο Αιώνας, πβ. CH 11.20, Ελλ. Μαγ. Πάπ. 4.520, 594.
[24] Πβ. CH 12.8, όπου εκφράζεται το παράπονο ότι ο Αγαθός Δαίμων δεν κατέγραψε τους αφορισμούς του. Για το ὑπεμνηματισάμην πβ. τον όρο ὑπόμνημα στο CH 16.1.
[25] Ο Ποιμάνδρης είναι ο Θεός-Νους, ερμηνευτής της ύψιστης θεότητας (αυθεντία –πβ. CH 1.2, 30), ισοδύναμος με τον ακτινοβόλο θεό του τελευταίου οράματος του μύστη στον Ελλ. Μαγ. Πάπ. 4.693 κ.εξ., καὶ ὄψῃ κατερχομένας ἀστραπὰς καὶ φῶτα μαρμαίροντα καὶ σειομένην τὴν γῆν καὶ κατερχόμενον θεὸν ὑπερμεγέθη (πβ. CH 1.1)͵ φωτινὴν ἔχοντα τὴν ὄψιν. Η Ογδοάδα είναι το παντοδύναμο όνομα του Θεού, το οποίο εμφανίζεται στη μαγική επωδή του Ελλ. Μαγ. Παπ. 13.743, 753, του οποίου ο τίτλος «Μονάς ή το 8ο βιβλίο του Μωυσή» μας θυμίζει τον τίτλο του 4ου ερμητικού λόγου «Κρατήρας ή Μονάς».
[26] Εννοεί προφανώς τον 1ο ερμητικό λόγο (Ποιμάνδρης).
[27] Ανάλογες τελετουργικές οδηγίες απαντούν στους μαγικούς παπύρους. Πβ. επίσης Ασκληπιός 41. Ο άνεμος χρησιμοποιείται για τα 4 σημεία του ορίζοντα και στα αστρολογικά κείμενα. Βλλ.χστο Catalogus codicum astrologorum Graecorum VIII 3, σελ. 112.22.
[28] Οι άλλοι τρεις ιεροί «λόγοι» είναι πιθανότατα τα CH 1.31-32, Ασκληπιός 41 και το CH 7. Πβ. Ελλ. Μαγ. Πάπ. 13.343, Μοϋσέως ἱερά βίβλος ἀπόκρυφος κ.τ.λ. Πιθανότατα ο χαρακτηρισμός οφείλεται σε κάποιον συντάκτη και εισήχθη στο κείμενο την εποχή της δημιουργίας του ερμητικού corpus.
[29] Η φράση αυτή υποδεικνύει ότι σ’ αυτή την πραγματεία τουλάχιστον ο Θεός-Δημιουργός, ο βιβλικός Δημιουργός, δεν είναι κατώτερος ούτε αντιτίθεται στο θεό της γνώσης, αλλά ταυτίζεται μαζί του. Είναι ο ίδιος θεός που κατοικεί στον αναγεννημένο άνθρωπο και, έχοντας γίνει το πνευματικό του μάτι, του επιτρέπει να θεάται την ανώτερη πραγματικότητα.
[30] Οι λέξεις νοητόν και νοῦς αποκτούν εδώ μια μυστικιστική χροιά και πλησιάζουν την έννοια του πνευματικού. Πβ. στο τέλος της παραγράφου 19, την αναφορά σε έναν Θεό-Πνεύμα. Οι τρεις χαρακτηρισμοί, Νους, Λόγος, Πνεύμα καλύπτουν την ίδια πραγματικότητα, το θεό που φωτίζει με τη γνώση και κατοικεί στην ψυχή, έχοντας οικοδομήσει μέσα της τον καινό άνθρωπο.
[31] Υπαινιγμός στο όνομα του Ποιμάνδρη.
[32] Ο Αιών μπορεί να νοηθεί εδώ και χρονικά (αιωνιότητα), αλλά και χωρικά (θεϊκός κόσμος), όπως συμβαίνει συχνά στους Γνωστικούς.
[33] Η φώτιση του Τατ, αν και ξεκίνησε ήδη από την αρχή της παλιγγενεσίας του, ολοκληρώθηκε μόνο με τον ύμνο του Ερμή. Έτσι είναι πλέον ικανός να ψάλει κι αυτός με τη σειρά του.
[34] Η γενεσιουργία (δημιουργία) εδώ είναι η αναγέννηση, η παλιγγενεσία, η οποία για το συγγραφέα είναι η μόνη αληθινή γένεσις. Για την έκφραση πβ. Ιάμβλιχος, Περί μυστ. 1.11, τὴν γενεσιουργίαν τοῦ κόσμου (η παραγωγική δύναμη όλης της πλάσης κατά την άνοιξη).
[35] Εναλλακτικά με το πάντα  μπορούμε να εννοήσουμε ειδικά τη διαδικασία της αναγέννησης, η οποία ολοκληρώνεται με τη χάρη του Νου. Με ο ρήμα τελεῖται μπορεί επιπλέον να έχουμε και υπαινιγμό στην τελετή που δίνει τον αναγεννημένο, τέλειον άνθρωπο.